Με πρόβλεψη για επιδότηση των δόσεων των οφειλετών που θα ρυθμίσουν εξωδικαστικά τα χρέη τους και με την εισαγωγή αυστηρότερων κριτηρίων για την υποβολή της σχετικής αίτησης προς αποφυγή ενδεχόμενης κατάχρησης της νέας νομοθεσίας, κατατέθηκε στη Βουλή ο νέος πτωχευτικός κώδικας.

Το νομοσχέδιο με τίτλο «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας» εισάγει νέους κανόνες εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης χρεών και πτωχευτικής διαδικασίας και ταυτόχρονα δίνει τη δυνατότητα σε ευάλωτα νοικοκυριά που πτωχεύουν να παραμείνουν στην κύρια κατοικία τους πληρώνοντας επιδοτούμενο από το κράτος ενοίκιο για 12 έτη και διατηρώντας το δικαίωμα επαναγοράς της μετά τη λήξη της περιόδου μίσθωσης.

Επιπλέον, προβλέπεται η επιδότηση των οφειλετών με το κονδύλι των 100 εκατ. ευρώ ετησίως έως και το 2025, για τη συνέχιση εξυπηρέτησης των ρυθμισμένων χρεών, με τα ποσά της επιχορήγησης να κυμαίνονται από 70 έως 210 ευρώ το μήνα.

Τι περιλαμβάνει η νομοθετική πρωτοβουλία

Αναλυτικότερα, η νομοθετική πρωτοβουλία περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

1. Θέσπιση διαδικασίας έγκαιρης προειδοποίησης οφειλετών όταν υπάρχει κίνδυνος να οδηγηθούν σε καθεστώς αφερεγγυότητας

2. Ορισμός κανόνων για την εξωδικαστική οφειλών σε τράπεζες και φορείς του Δημοσίου

3. Θεσμοθέτηση πτωχευτικής διαδικασίας και για φυσικά πρόσωπα, με ταυτόχρονη προστασία των πιο ευάλωτων νοικοκυριών

Η έγκαιρη προειδοποίηση

Σκοπός των διατάξεων του νόμου είναι η θέσπιση διαδικασίας πρόσβασης οφειλετών σε σαφή και διαφανή εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης, τα οποία μπορούν να εντοπίζουν περιστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αφερεγγυότητα, καθώς και να επισημαίνουν στον οφειλέτη την ανάγκη άμεσης αντίδρασης.

Στα εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης περιλαμβάνονται ηλεκτρονικοί μηχανισμοί ειδοποίησης του οφειλέτη, καθώς και συμβουλευτικές υπηρεσίες παρεχόμενες από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών και τους Επαγγελματικούς Φορείς, όπως τα Επιμελητήρια και οι Επαγγελματικοί Σύλλογοι.

Ειδικότερα, εισάγεται ηλεκτρονικός μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης οφειλετών τριών επιπέδων κινδύνου αφερεγγυότητας, χαμηλού-μέτριου-υψηλού, για φυσικά και νομικά πρόσωπα, ο οποίος εποπτεύεται από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.

Ο ηλεκτρονικός μηχανισμός παρέχεται και υλοποιείται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, έπειτα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου.

Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή από ελεύθερο επάγγελμα, το οποίο κατατάχθηκε σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό μπορεί να απευθυνθεί στο Κέντρο Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ή στο Γραφείο Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών και να λάβει:

α. ενημέρωση για το νομικό πλαίσιο και τους γενικούς όρους των δανειακών συμβάσεων και των συμφωνιών ρύθμισης οφειλών σε σχέση με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του δανειολήπτη,

β. συνδρομή για την κατανόηση προταθέντων όρων δανειακών συμφωνιών ρύθμισης οφειλών λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες αποπληρωμής και τις ιδιαίτερες ατομικές του ιδιότητες,

γ. συνδρομή αναφορικά με την κατάρτιση οικογενειακού προϋπολογισμού, με σκοπό ιδίως την τήρηση ρυθμίσεων αποπληρωμής οφειλών,

δ. εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες που αφορούν στην οικονομική διαχείριση των νοικοκυριών τους.

 

Η εξωδικαστική ρύθμιση

 

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα μπορεί να υποβάλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών.

Ωστόσο εξαιρούνται από τη διαδικασία οι οφειλέτες με το 90% των συνολικών οφειλών τους σε χρηματοδοτικούς φορείς, στο Δημόσιο και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλεται σε έναν χρηματοδοτικό φορέα ή όταν το σύνολο των οφειλών προς τα πρόσωπα αυτά δεν υπερβαίνει το ποσό 10.000 ευρώ

Η αίτηση οφειλέτη για εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών του περιέχει υποχρεωτικά τα εξής:

α. πλήρη στοιχεία του οφειλέτη (ονοματεπώνυμο/ επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ εφόσον ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή είναι νομικό πρόσωπο, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του ή το εισόδημά του κατά το τελευταίο οικονομικό έτος πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονομικής του κατάστασης, των λόγων της οικονομικής του αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησής του,

β. κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη (π.χ. προμηθευτών ή εργαζόμενων) με πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., και, εφόσον υπάρχουν, τηλέφωνο και ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλομένων ποσών ανά πιστωτή και της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής,

γ. κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων, έτσι ώστε να μπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του.

δ. πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

ε. δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης.

Μετά την υποβολή της αίτησης, οι συμμετέχοντες πιστωτές που είναι χρηματοδοτικοί φορείς δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη.

Αν πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη, της πλειοψηφίας (ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων) των συμμετεχόντων πιστωτών που είναι χρηματοδοτικοί φορείς και τουλάχιστον του ποσοστού συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, υπογράφεται μεταξύ των συναινούντων πιστωτών και του οφειλέτη η σύμβαση αναδιάρθρωσης (που δύναται να συναφθεί και ως πολλαπλές διμερείς συμφωνίες με ταυτόσημο περιεχόμενο).

Αν δεν υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός 2 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη.

Σε κάθε περίπτωση, εντός της προθεσμίας αυτής, οι συμμετέχοντες πιστωτές που είναι χρηματοδοτικοί φορείς έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Την ημερομηνία κοινοποίησης της απόρριψης η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης περαιώνεται άμεσα ως άκαρπη.

Επιπλέον, υπάρχει δικλείδα ασφαλείας για όσους δεν εξυπηρετήσουν τη ρύθμιση που θα συμφωνηθεί.

Συγκεκριμένα, αν ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος ως προς καταβολές της σύμβασης αναδιάρθρωσης, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά είτε την αξία 3 δόσεων είτε την αξία τουλάχιστον του 3% του συνολικά οφειλομένου ποσού σύμφωνα με την επιτευχθείσα ρύθμιση, οποιοσδήποτε καταλαμβανόμενος πιστωτής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης.

Καταγγελία από καταλαμβανόμενο πιστωτή συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης ως προς τον πιστωτή αυτό και την αναβίωση των απαιτήσεων του πιστωτή αυτού στο ύψος που είχαν πριν την σύμβαση αναδιάρθρωσης, αφαιρουμένων ποσών που τυχόν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης. Τις καθιστούν δε ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές.

Επιδότηση δόσης

Σε οφειλέτες που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια και εφόσον έχουν ρυθμίσει ή δεν έχουν καθυστερήσει για χρονικό διάστημα άνω 90 ημερών τις οφειλές τους προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, παρέχεται επιδότηση για την αποπληρωμή των δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους, για 5 έτη από την ημερομηνία της αίτησης.

Για να λάβουν την επιδότηση αυτή, θα πρέπει να υποβάλλουν αίτηση. Για τη λήψη της επιδότησης, ο οφειλέτης πρέπει να πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής, ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.

β) Για την εμπράγματη εξασφάλιση της οφειλής έχει εγγραφεί, πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 8, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του οφειλέτη.

γ) Το σύνολο των οφειλών του προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής ασφάλισης είναι τουλάχιστον 20.000 ευρώ.

δ) Το υπόλοιπο της οφειλής από το δάνειο που εξασφαλίζεται με την κύρια κατοικία του οφειλέτη, δεν υπερβαίνει το ποσό των 135.000 ευρώ προκειμένου για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, το οποίο προσαυξάνεται κατά το ποσό των 20.000 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος, έως του ανώτατου ποσού των 215.000 ευρώ ανά πιστωτή.

ε) Το δάνειο δεν έχει καταγγελθεί σε χρονικό διάστημα πέραν του ενός (1) έτους από την υποβολή της αίτησης

στ) Έχει επέλθει μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων ως εξής:

στα. εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, των οποίων ο μέσος μικτός μηνιαίος μισθός, αφαιρουμένων πρόσθετων ή άλλων έκτακτων αποδοχών των τελευταίων έξι (6) μηνών πριν την υποβολή της αίτησης παρουσίασε μείωση, σε σχέση με τους αντίστοιχους έξι (6) προηγούμενους μήνες, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:

i) για ποσά έως χίλια (1.000) ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του είκοσι τοις εκατό (20%),

ii) για ποσά μεγαλύτερα των χιλίων (1.000) ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του τριάντα τοις εκατό (30%), όπως οι αποδοχές αυτές δηλώνονται στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης από τον εργοδότη.

στβ. Ελεύθεροι επαγγελματίες ή φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, των οποίων τα έσοδα του τελευταίου εξαμήνου πριν την υποβολή της αίτησης παρουσίασαν μείωση ίση ή μεγαλύτερη του τριάντα τοις εκατό (30%), σε σχέση με το αντίστοιχο προηγούμενο εξάμηνο, όπως αυτό προκύπτει από τις περιοδικές φορολογικές δηλώσεις

στγ. Σε περίπτωση εποχικής απασχόλησης ή δραστηριότητας, συγκρίνονται οι αποδοχές ή τα έσοδα του τελευταίου ενός (1) έτους πριν την υποβολή της αίτησης, σε σχέση με το προηγούμενο έτος, προκειμένου να εντοπιστεί η μείωση.

Ως «εποχική» νοείται η απασχόληση ή δραστηριότητα που παρέχεται σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις, υποκαταστήματα ή παραρτήματα επιχειρήσεων οι οποίες από τη φύση τους, τις καιρικές ή ιδιαίτερες συνθήκες ή λόγω των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών λειτουργούν κατά ημερολογιακό έτος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από δύο (2) και μικρότερο από εννέα (9) μήνες, κατά το υπόλοιπο δε χρονικό διάστημα του ημερολογιακού έτους δεν απασχολούν προσωπικό που υπερβαίνει το 25% του μέσου όρου του προσωπικού, το οποίο απασχολούν κατά την περίοδο αιχμής της δραστηριότητάς τους.

ζ) Λόγω της μείωσης που παρουσίασαν τα οικογενειακά εισοδήματα, πληροί τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια και λοιπά κριτήρια που εκάστοτε ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4472/2017 (Α’ 74).

η) Αποδέχθηκε τη ρύθμιση που πρότειναν οι πιστωτές για όλες τις οφειλές του στο πλαίσιο της εξωδικαστικής ρύθμισης, σε περίπτωση που οι οφειλές δεν ήταν ενήμερες.

θ) Να μην λαμβάνει ταυτόχρονα άλλη επιδότηση ή επιχορήγηση ή άλλη κρατική ενίσχυση, για το δάνειο πρώτης κατοικίας που επιδοτείται με το παρόν.

ι) Να είναι φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερος ως προς τις υποχρεώσεις του μετά τη συνολική αναδιάρθρωση των οφειλών.

ια) Σε περίπτωση που οφειλή που πρόκειται να λάβει επιδότηση έχει υπαχθεί οριστικά στις διατάξεις του ν. 3869/2010 (A΄ 130), εφόσον εγκριθεί η επιδότηση του παρόντος, ο οφειλέτης παραιτείται του δικαιώματος να ζητήσει συνεισφορά του Δημοσίου. Οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (A΄ 130), η οποία εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό, χωρίς να έχει συζητηθεί, μπορούν να υποβάλουν την αίτηση. Αν οι αιτούντες ρυθμίσουν συναινετικά μέσω σύμβασης αναδιάρθρωσης τις οφειλές που είναι επιδεκτικές για την καταβολή επιδότησης κατά το παρόν, η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται ως προς τις οφειλές που ρυθμίστηκαν συναινετικά.

Το ποσό της επιδότησης

Η υποβολή αίτησης για την επιδότηση δόσης συνεπάγεται ως προς το Δημόσιο την παροχή άδειας για την πρόσβαση στο σύνολο των στοιχείων του οφειλέτη. Η πρόσβαση αυτή παρέχεται τόσο για την έγκριση της επιδότησης όσο και για τη διενέργεια περιοδικών ελέγχων της πλήρωσης των προϋποθέσεων χορήγησης.

Το μέγιστο ποσό της επιδότησης δόσης, για τα νοικοκυριά που πληρούν τα παραπάνω κριτήρια, ορίζεται ως ακολούθως:

α) Για τον αιτούντα: 70 ευρώ ανά μήνα.

β) Για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα.

γ) Στη μονογονεϊκή οικογένεια χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα.

δ) Στα νοικοκυριά με απροστάτευτο/α τέκνο/α, χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα για κάθε απροστάτευτο τέκνο.

δ) Ως ανώτατο όριο του Επιδόματος Στέγασης ορίζονται τα 210 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.

Σε κάθε περίπτωση όμως, η επιδότηση δόσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια::

α) 80% επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια εξυπηρετούμενα ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μέχρι ενενήντα (90) ημέρες κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης

β) 60% επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών κατά τον χρόνο υποβολής της

γ) 40% επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών και έχουν επιπλέον καταγγελθεί σε χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός (1) έτους προ της υποβολής της αίτησης

Η διαδικασία της πτώχευσης

Σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που βρίσκεται σε παύση πληρωμών, ήτοι αυτός που αδυνατεί να εκπληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο.

Δεν αποτελούν εκπλήρωση των υποχρεώσεων οι πληρωμές που πραγματοποιούνται με δόλια ή καταστρεπτικά μέσα.

Τεκμαίρεται ότι ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών όταν δεν καταβάλει ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών του ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του προς τον αντίστοιχο φορέα για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ.

Η επιλεκτική εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δεν αίρει την παύση πληρωμών, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής.

Επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης αποτελεί λόγο κήρυξης της πτώχευσης, όταν την κήρυξή της ζητά ο οφειλέτης.

Πτώχευση κηρύσσεται εφόσον, με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου, πιθανολογείται ότι η περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη, επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας.

Άλλως, το δικαστήριο διατάσσει την καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας, κατά περίπτωση, του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας.

Η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται.

Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετησίου εισοδήματός του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.

Τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη εξαιρούνται της πτωχευτικής περιουσίας ανεξαρτήτως ύψους, όταν, έπειτα από αίτησή του, το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του οφειλέτη ή/και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 ευρώ, εξαιρουμένων όσων έχουν αποκτηθεί στην διάρκεια των 12 μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης.

Η δεύτερη ευκαιρία για σπίτια

Επιπλέον, συστήνεται φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης, ο οποίος αναλαμβάνει την υποχρέωση απόκτησης κύριας κατοικίας ευάλωτου οφειλέτη, τη μίσθωσή του σε αυτόν, και τη μεταβίβασή του σε αυτόν.

Σε περίπτωση που ευάλωτος οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση, ή σε περίπτωση που σε βάρος της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση από ενυπόθηκο ή προσημειούχο πιστωτή, ο ευάλωτος οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτημα μεταβίβασης ή μίσθωσης της κύριας κατοικίας του σε φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης.

Σε περίπτωση που το αίτημα υποβάλλεται λόγω πτώχευσης του δικαιούχου, το τίμημα για τη μεταβίβαση του ακινήτου στο φορέα αποδίδεται από τον φορέα στον σύνδικο για τη διανομή στους πιστωτές

Σε περίπτωση που το αίτημα υποβάλλεται λόγω επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης, το τίμημα της μεταβίβασης του ακινήτου στο φορέα αποδίδεται από τον φορέα στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.

Τα πάσης φύσης έξοδα μεταβίβασης καταβάλλονται από τον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης και παρακρατούνται από το τίμημα μεταβίβασης.

Τα χαρακτηριστικά της μίσθωσης είναι τα εξής:

1. Η διάρκεια της μίσθωσης ορίζεται σε δώδεκα (12) έτη.

2. Το μίσθωμα ορίζεται με βάση απόδοση που αντιστοιχεί προς το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που ίσχυε, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά τον τελευταίο μήνα, για τον οποίο υφίσταται μέτρηση, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η αναθεώρηση του μισθώματος γίνεται ετησίως στην επέτειο της κατάρτισης της μίσθωσης.

3. Το δικαιώματα του οφειλέτη από την μίσθωση καθώς και το δικαίωμα επαναγοράς του δεν μεταβιβάζονται, εκτός από την περίπτωση καθολικής διαδοχής του.

Εφόσον ο οφειλέτης καταβάλλει το σύνολο των μισθωμάτων για τη διάρκεια της μίσθωσης, μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα επαναγοράς και να αποκτήσει έναντι τιμήματος επαναγοράς ίσο με την εμπορική αξία του ακινήτου στη λήξη της περιόδου μίσθωσης, ο ίδιος ή οι νόμιμοι διάδοχοί του, την κυριότητα της κύριας κατοικίας η οποία είχε μεταβιβαστεί στον φορέα.

Σε περίπτωση που το δικαίωμα αυτό ασκηθεί πριν από τη συμβατική λήξη της μίσθωσης, τότε ο οφειλέτης οφείλει να καταβάλει στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης την τρέχουσα αξία των μισθωμάτων που οφείλονται μέχρι τη λήξη της μισθωτικής περιόδου, επιπλέον του τιμήματος επαναγοράς του παρόντος.

Σε περίπτωση που ο ευάλωτος καταρτίσει μίσθωση επί της κύριας κατοικίας του δικαιούται στεγαστικού επιδόματος που καταβάλλεται στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης σε μερική εξόφληση του μισθώματος.

Καθόσον χρόνο οφειλέτης λαμβάνει επίδομα στέγασης, παραιτείται έναντι του Δημοσίου του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου για τη διαπίστωση ότι οι προϋποθέσεις παροχής του επιδόματος συνεχίζουν να ισχύουν. Σε αντίθετη περίπτωση, η αρμόδια υπηρεσία του Δημοσίου θέτει προθεσμία για την διακοπή παροχής του.

Η μίσθωση καταγγέλλεται εφόσον ο μισθωτής είναι υπερήμερος ως προς την καταβολή 3 μισθωμάτων και η υπερημερία δεν θεραπευθεί ως προς το σύνολό της εντός μηνός από τη σχετική όχληση του μισθωτή. Η καταγγελία επέρχεται αυτοδικαίως με την άκαρπη παρέλευση της προθεσμίας της παρούσας.

Η μίσθωση καταγγέλλεται επίσης σε περίπτωση που κριθεί από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο ότι ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται από τις οφειλές του. 3.Σε περίπτωση καταγγελίας ο οφειλέτης υποχρεούται σε απόδοση του μισθίου, ενώ προκαλεί αυτοδικαίως την κατάργηση του δικαιώματος επαναγοράς του ακινήτου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here