Καθώς πλησιάζουμε στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση και πυκνώνει ο πολιτικός χρόνος σε γεγονότα και διεργασίες, η σύγκρουση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων κλιμακώνεται επικίνδυνα κατά τρόπο που το κυνήγι των εντυπώσεων να εκτοπίζει την ουσία μιας πολιτικής και προγραμματικής αντιπαράθεσης. Fake news, συνθήματα και σποτάκια επισκιάζουν κάθε γόνιμο διάλογο με κίνδυνο την αποστροφή του πολίτη για την εκλογική διαδικασία και όσα μέσω αυτής διακυβεύονται στην καθημερινότητα της ζωής του.

Είναι φανερό πως, παρά την μεγάλη διαφορά των 7-10 μονάδων που οι περισσότερες δημοσκοπήσεις έδιναν ως σήμερα υπέρ της ΝΔ, η βεβαιότητα για τη σταθερότητα αυτής της διαφοράς πλέον δεν υφίσταται. Όχι γιατί τα νούμερα άλλαξαν αισθητά, αλλά γιατί η κινητοποίηση της κυβέρνησης με τις πρόσφατες οικονομικές εξαγγελίες παροχών και η προεκλογική καμπάνια του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ με άξονα την πρόοδο στην οικονομία και σε αντιδιαστολή με τις δευτερεύουσας σημασίας επιλογές εστίασης της κριτικής της ΝΔ (Μάτι, δηλώσεις Πολάκη, διακοπές Τσίπρα 2018 σε γιοτ), τείνουν να δημιουργήσουν μία αίσθηση κινητικότητας και αλλαγών στη βάση του εκλογικού σώματος κι ενός μέρους τουλάχιστον της κοινωνίας.

Με δύο λόγια, ενεργοποιούνται κεντρομόλες δυνάμεις στον ευρύτερο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ που μέχρι πρότινος είχαν σκορπίσει και ήταν παθητικές. Αδρανοποιημένα κομματικά μέλη και παλιοί υποστηρικτές και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ που απογοητεύτηκαν στη διάρκεια της τρίτης μνημονιακής διακυβέρνησης και απομακρύνθηκαν, αίφνης δείχνουν να οσμίζονται κάποια αλλαγή στο πεδίο της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής και να θέλουν να ακούσουν το νέο πολιτικό λόγο και πράξη της κυβερνώσας αριστεράς. Συγχρόνως, υπάρχουν πολλοί που δείχνουν να θέλουν να συσπειρωθούν και πάλι γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ από φόβο και μόνο μιας πιθανής επιστροφής της Δεξιάς στην εξουσία (αντιδεξιό σύνδρομο).

Το ερώτημα, λοιπόν, που γεννάται με τις τελευταίες εξελίξεις είναι αν οι μοριακές αυτές διεργασίες είναι ικανές να αλλάξουν τον συσχετισμό των δυνάμεων όπως τον καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις και μάλιστα στον περιορισμένο χρόνο που απομένει ως τις εθνικές εκλογές. Γιατί αν τα παραπάνω δεδομένα ευσταθούν, ιδιαίτερα μετά το νέο πακέτο κοινωνικών και αναπτυξιακών παροχών, τότε το μόνο βέβαιο είναι πως η ψαλίδα ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ έχει αρχίσει να κλείνει.

Από την άποψη αυτή, οι ευρωεκλογές και οι εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση αποκτούν στρατηγική σημασία για την συνέχεια. Γι’ αυτό, εξάλλου, η ΝΔ πρώτα απ’ όλα χαμήλωσε τον πήχη λέγοντας πως σημασία γι’ αυτήν έχει η νίκη έστω και με μία μικρή διαφορά, στη συνέχεια δε ο ίδιος ο πρόεδρός της χαρακτήρισε τις εκλογές της 26 Μαίου ως πρώτο στάδιο και προοίμιο των εθνικών εκλογών τονίζοντας εμφατικά τη σημασία τους.

Από την έκβαση των προσεχών εκλογών και την έκταση της διαφοράς ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα που θα προκύψει, θα εξαρτηθεί σε τελευταία ανάλυση και η τελική απόφαση για τον χρόνο των εθνικών εκλογών. Γιατί έχουμε την πεποίθηση πως αν η διαφορά δεν ξεπερνά το 3-4%, δηλαδή πέσει κάτω από το μισό του μέσου ποσοστού των δημοσκοπήσεων, τότε αυτό θα εκληφθεί ως «Πύρρειος νίκη» της ΝΔ και ως υποσχετική του ΣΥΡΙΖΑ για τις εθνικές εκλογές. Σε μία τέτοια περίπτωση, είναι πολύ πιθανόν ο κ. Τσίπρας και το επιτελείο του να θεωρήσουν πως πρέπει να εκμεταλλευτούν το μομέντουμ που καταγράφηκε με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και να επισπεύσουν τις εθνικές εκλογές για τον Ιούνιο.

Ο λόγος μιας τέτοιας επίσπευσης των εκλογών δεν είναι μόνον η εκμετάλλευση του κλίματος αισιοδοξίας που θα αναδειχθεί, αλλά και η αποφυγή απρόοπτων και αστάθμητων παραγόντων είτε στο μέτωπο της οικονομίας (βλ επιδείνωση λόγω διεθνούς καχεξίας) είτε στο πεδίο της γεωπολιτικής (βλ τουρκική απειλή) που μπορεί να αλλοιώσουν σημαντικά τα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα οδηγώντας τη χώρα σε νέα αχαρτογράφητα ύδατα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here